[Hands on] Lab12 Integre 4 amplifier
Posted: Sat Jul 21, 2018 6:45 pm
Ασχέτως των προσωπικών μουσικών προτιμήσεων, όταν κάποιος ενδιαφέρεται για την ποιότητα της μουσικής και την πιστή αναπαραγωγή αυτής, δεν αργεί να έρθει αντιμέτωπος με ‘κλασσικά’ διλήμματα, όπως:
• αναλογική ή ψηφιακή πηγή;
• Τρανζίστορ ή λυχνίες στην ενίσχυση;
• Ηχεία βάσης ή δαπέδου;
Ο καθένας κάνει τις επιλογές του, άλλοτε συνειδητά κι άλλοτε όχι, και καταλήγει με ηχητικά συστήματα, τα οποία συχνά μένουν απαράλλαχτα για μεγάλα χρονικά διαστήματα (ακόμα και πολλά χρόνια), είτε λόγω του υψηλού κόστους των αλλαγών είτε λόγω της δυσκολίας δοκιμής άλλων ηχητικών προσεγγίσεων.
Ο ολοκληρωμένος ενισχυτής, Integre4 συνδυάζει ποιότητα αλλά και ευελιξία, ώστε να προσαρμόζεται ηχητικά, εύκολα, γρήγορα, και κυρίως χωρίς σοβαρό κόστος. Αυτό το πετυχαίνει καθώς υποστηρίζει ένα πλήθος από διαφορετικές λυχνίες, πεντόδους συγκεκριμένα, όπως EL34, 6550, KT88, KT120, KT150, κά.
Ο Integre4 είναι δημιούργημα της Ελληνικής Lab12, η οποία εδώ και μερικά χρόνια έχει αρχίσει να κάνει αισθητή την παρουσία της και σε πολλές χώρες του εξωτερικού, με τις διάφορες υλοποιήσεις της όπως ενισχυτές, DAC, καλώδια ρεύματος, αλλά και το έξυπνο φίλτρο ρεύματος, το Gordian. Έκπληξη μου προκάλεσε το γεγονός ότι σε ένα διεθνές Facebook Group για ηχεία Harbeth, όταν ανέβασα μια φωτογραφία από το σύστημά μου, ένας αναγνώστης αναγνώρισε το DAC όπως και το Gordian της LAB12, και ανέφερε ότι είχε ζηλέψει και ότι θα ήθελε να έχει αυτές τις συσκευές της LAB12 στο δικό του σύστημα. Είναι σαφές ότι η φήμη της LAB12 έχει προ πολλού ξεπεράσει τα ελληνικά σύνορα.
Επιστρέφοντας στον Integre4, ο συγκριμένος ολοκληρωμένος ενισχυτής αποτελεί μια στιβαρή, βαριά κατασκευή σχεδόν 20kg. Το μάτι ελκύεται από τις τέσσερεις μεγάλες λυχνίες KT-150 της Electroharmonix, που συνοδεύουν τον ενισχυτή και αποδίδουν 60W/κανάλι. Τέσσερις -μικρότερες σε μέγεθος- οδηγήτριες 6n1p φροντίζουν το στάδιο οδήγησης.
Η πρόσοψη του ενισχυτή αποτελείται από μια αλουμινένια πλάκα πάχους 5mm, βαμμένη σε μαύρο, λευκό ή μεταλλικό γκρι. Κατά παραγγελία μπορεί να βαφεί και σε οποιοδήποτε άλλο χρώμα. Στο κέντρο δεσπόζει μια οθόνη OLED 4.2 ιντσών, η οποία πέρα από όλες τις βασικές ενδείξεις σχετικά με τη λειτουργία του ενισχυτή, χρησιμοποιείται και για την πόλωση (biasing) των λυχνιών (περισσότερα επ’ αυτού στη συνέχεια). Στην πρόσοψη βρίσκονται επίσης δυο στρογγυλά ρυθμιστικά, το ένα για την επιλογή των εισόδων και το άλλο για τη ρύθμιση της έντασης. Γιατί όμως να σηκωθεί κανείς από την άνεση του καναπέ ή της πολυθρόνας του, όταν μπορεί με το τηλεχειριστήριο, που συνοδεύει τον ενισχυτή, να ελέγξει πρακτικά όλες τις λειτουργίες, όπως ένταση (μαζί και με mute), αλλά και την είσοδο (DAC, phono, κτλ.); Σημειωτέο ότι η αυξομείωση της έντασης δεν γίνεται ψηφιακά, αλλά μέσω μοτοριζέ ποτενσιομέτρων της Alps, που στην ουσία περιστρέφονται σύμφωνα με τις εντολές από το τηλεχειριστήριο.
Ο διακόπτης on/off βρίσκεται στα αριστερά, πάνω στην οριζόντια επιφάνεια του ενισχυτή. Ακριβώς απέναντι, στα δεξιά, βρίσκεται η είσοδος ακουστικών, καθώς ο Integre4 μπορεί άνετα να λειτουργήσει και ως ενισχυτής ακουστικών. Από τη στιγμή της εκκίνησης χρειάζονται 60 δευτερόλεπτα για να ολοκληρωθεί η αντίστροφη μέτρηση και να δοθεί ρεύμα στα ηχεία.
Για τις ακροάσεις χρησιμοποιήθηκε ως πηγή το LAB12 DAC1 SE+ (non-oversampling ladder DAC), παίζοντας τόσο red book CDs μέσω του Marantz CD6005, που έπαιξε το ρόλο του CD drive, όσο και streaming μέσω Mac PowerBook Pro + Audirvana + Tidal σε υψηλή ποιότητα. Τα ηχεία ήταν τα Harbeth SHL5 Plus 40th Anniversary και τα γνωστά KEF LS50. Καλώδια ηχείων ήταν τα Black Cat RedLevel Triode, ενώ interconnects τα Mark Grant HDX1.
Ο ενισχυτής χρειάζεται περίπου 20-30 λεπτά για να σταθεροποιηθεί θερμικά. Οι μεγάλες λυχνίες ζεσταίνονται αρκετά, αλλά με σβηστά τα φώτα λαμπυρίζουν διακριτικά, απλά και μόνο για να υπενθυμίζουν ότι ο ενισχυτής είναι σε λειτουργία.
Ήδη με το πρώτο άκουσμα ξαφνιάζει η δύναμη του ενισχυτή. Αναρωτιέται κανείς εάν όντως πρόκειται μόνο για 60W, καθώς η εντύπωση που δημιουργείται είναι ότι η ισχύς είναι τουλάχιστον υπερδιπλάσια από την ονομαστική. Με τα KEF LS50, που μπορούν να θεωρηθούν δύσκολα ηχεία στην οδήγηση, ο Integre4 φαίνεται ικανός να γεμίσει άνετα ένα μεσαίο ή και μεγάλο δωμάτιο (>25 m2) χωρίς την παραμικρή δυσκολία ή υποψία συμπίεσης ακόμα και σε κορυφώσεις. Αυτό οφείλεται αφενός στην υπερδιαστασιολόγηση του τροφοδοτικού, όπως επίσης και στο ρωμαλέο χαρακτήρα των λυχνιών KT-150.
Μετά την αρχική προθέρμανση, η ποιότητα του ήχου είναι ιδιαιτέρως ικανοποιητική, με πλούσια και ρεαλιστικά σώματα, με εκτεταμένη στερεοφωνική εικόνα τόσο σε πλάτος όσο και βάθος, και καλό διαχωρισμό μεταξύ οργάνων και φωνών μέσα στο χώρο.
Το μπάσο είναι βαθύ, πολύ βαθύ, και καλά ελεγχόμενο, και ο οποιοσδήποτε περιορισμός στις χαμηλές συχνότητες φαίνεται να προέρχεται περισσότερο από το εκάστοτε ηχείο και από τον χώρο, παρά από τον ενισχυτή. Οι μεσαίες συχνότητες είναι ρεαλιστικές με πλούσιες αρμονικές, χωρίς όμως να υπάρχει υπερβολική γλυκύτητα ή μειωμένη ταχύτητα, που μερικές φορές χαρακτηρίζει τους ενισχυτές λυχνίας. Η λεπτομέρεια είναι ικανοποιητική και στο σωστό βαθμό, χωρίς τεχνητή ανάδειξη των υψηλών συχνοτήτων, που σύντομα θα καταντούσε κουραστική.
Παρόλο τον σωστό ήχο στο μισάωρο, σε μία ώρα περίπου από το ξεκίνημα, όλα τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του Integre4 έχουν ανέβει ένα, μπορεί και δυο κλικ παραπάνω. Αυτό δεν το παρατηρεί κανείς συνειδητά, απλά κάποια στιγμή αντιλαμβάνεται ότι έχει «βουτήξει» στη μουσική κι έχει σταματήσει να ακούει με τον κριτικό και συχνά υπεραναλυτικό τρόπο, που διακατέχει τους λάτρεις του hi-fi.
Μετά από αρκετές μέρες ακρόαση με τις ΚΤ-150, ήρθε η ώρα των EL-34. Μια απλή αλλαγή και πόλωση των 4 νέων λυχνιών, που δεν διήρκησε πάνω από 3’, καθώς η διαδικασία είναι εξαιρετικά εύκολη με τη βοήθεια της οθόνης OLED κι ενός μικρού κατσαβιδιού.
Με τις EL-34 ο ενισχυτής έγινε κατάτι πιο βελούδινος και πιο φινετσάτος, χωρίς όμως να χάσει ούτε σε λεπτομέρεια, αλλά ούτε και σε drive σε σχέση με τις KT-150. Πιθανώς να περιορίστηκε κάπως η ωμή δύναμη που είχε με το KT-150, αλλά αυτό δεν έγινε αισθητό ως μειονέκτημα με τα Harbeth, αλλά ούτε και με τα KEF.
Και μετά ήρθε η σειρά των 6550. Η ίδια σύντομη διαδικασία αλλαγής και πόλωσης (αφότου είχαν κρυώσει οι προηγούμενες λυχνίες, για να μπορούμε να αφαιρεθούν από τη θέση τους). Ο ήχος και πάλι μια διαφορετική γεύση, πιο κοντά στις KT-150 παρά στις EL-34.
Όποτε ο κάτοχος του Integre4 «αρρωσταίνει» από το μικρόβιο της αναβάθμισης, που από καιρό εις καιρό προσβάλλει τους θιασώτες του καλού ήχου, και θέλει να δοκιμάσει κάτι διαφορετικό, δεν χρειάζεται να αλλάξει ενισχυτή. Δοκιμάζει άλλες λυχνίες, μια, δυο, τρεις φορές, ‘νέας κοπής’ ή NOS, όσες φορές χρειάζεται, έως ότου ικανοποιήσει την περιέργειά του. Ποτέ δεν σημαίνει ότι ο επόμενος ήχος είναι καλύτερος από τον προηγούμενο, οπότε οι δοκιμές νέων λυχνιών, εύκολα υλοποιήσιμες και όχι δαπανηρές, μπορεί να είναι καταλήξουν σε προσωρινές ή και μόνιμες.
Σε σχέση με τους ενισχυτές Croft του υπογράφοντος, που αποτελούνται από προενισχυτή Croft Micro 25RSLS με λυχνίες 12BH7A, E83CC και 85Α2 και τελικούς Croft Series7R monoblock, υβριδικούς με λυχνίες και MOSFET ισχύος 110W/κανάλι, o κατά 50% φθηνότερος Integre4 επέδειξε πιο ισχυρό drive και δυναμική παρουσία, χάνοντας στα σημεία με κάπως μειωμένη συγκριτικά λεπτομέρεια. Η συνολική συμπεριφορά του ήταν πολύ ισορροπημένη σε όλο το φάσμα και σίγουρα το τελικό αποτέλεσμα ήταν πολύ αξιοπρεπές. Εκεί που ο Integre4 κέρδισε κατά κράτος ήταν στην πρακτικότητα: μία και μοναδική συσκευή με τηλεχειριστήριο, σε σχέση με τις τέσσερις του Croft που απαιτούν σήκωμα από τον καναπέ για να ρυθμίσει κανείς τα δυο ποτενσιόμετρα της έντασης (ένα για κάθε κανάλι) ή για χειρισμό του mute.
Ο ήχος του Integre4 είναι ουδέτερος, στιβαρός και με αστείρευτη αυτοπεποίθηση, ενώ ο ήχος των Croft είναι πιο ντελικάτος, λεπτομερής αλλά και κάπως ρομαντικός, δηλαδή πιο πλούσιος στη μεσαία περιοχή και κάπως πιο «γλυκός» (ρολαρισμένος) στις υψηλές συχνότητες, μάλλον ξεφεύγοντας ο τελευταίος από την ουδετερότητα. Περί ορέξεως…
Ο Integre4 μπόρεσε να συνεργαστεί πολύ καλά και με τα δυο ηχεία, τα οποία κλήθηκε να οδηγήσει, δηλαδή τα Harbeth και τα KEF. Τα τελευταία για να «ανοίξουν» χρειάζονται σημαντική ισχύ, τουλάχιστον 100W ενός solid state ενισχυτή. Η οδήγηση των KEF ήταν για τον Integre4 απλά ένα παιχνιδάκι. Ήταν σαν μια σιδερένια γροθιά να τα έπιασε και να τα έστυψε, εξάγοντας κάθε σταγόνα μουσικής από μέσα τους. Αντίστοιχα, τα Harbeth, που αποτελούν ευκολότερο φορτίο, τα συμπεριφέρθηκε με την απαιτούμενη προσοχή. Και στις δυο περιπτώσεις, ο ενισχυτής προσαρμόστηκε με ευελιξία στον χαρακτήρα και τις ιδιαιτερότητες του κάθε ηχείου, πετυχαίνοντας το αποτέλεσμα, που θα στόχευαν αμφότεροι οι κατασκευαστές των ηχείων.
Ο Integre4 είναι ένας ενισχυτής που ηθελημένα αποφεύγει το να τραβάει την προσοχή πάνω του. Δεν βασίζεται στον εντυπωσιασμό, αλλά κερδίζει με τον ολοκληρωμένο και ώριμο χαρακτήρα του, ο οποίος μπορεί να προσαρμόζεται κατά το δοκούν, όποτε και όσο συχνά χρειάζεται (μπορεί και ποτέ).
Αν ο Integre4 ήταν παγωτό, τι γεύση θα είχε; Μπορεί σοκολάτα, ή κρέμα, ή φράουλα, οι επιλογές είναι αρκετές, ανάλογα με τις προτιμήσεις του τυχερού ιδιοκτήτη. Κι όποτε θα είχε -έστω και πρόσκαιρα- όρεξη για μια διαφορετική γεύση, θα μπορούσε να τη δοκιμάσει άνετα, πάντα με τον ίδιο ενισχυτή και χωρίς περιττές δαπάνες.